Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Man on the moon


Ο Neil Armstrong δεν είναι πια εδώ. Τουλάχιστο με την αυστηρή έννοια του όρου. Το λέω γιατί η διάσημη ατάκα με το βήμα του ανθρώπου και της ανθρωπότητας είναι πλασμένη από το υλικό που δεν χάνεται, ξεχνιέται ή αλλοιώνεται ποτέ.

Είμαι βέβαιος ότι στον Λευκό Οίκο θα ήθελαν να έχει πει κάτι άλλο. Πιο… “αμερικάνικο”, πιο προκλητικό για τους Ρώσους που δεν κατάφεραν τελικά ποτέ να πατήσουν τον δορυφόρο της Γης Μας.

Ο Neil Armstrong επέστρεψε στην αγκαλιά του σύμπαντος χθες, 25 Αυγούστου, μόλις 20 ημέρες μετά τα 82α γενέθλιά του.


5 Αυγούστου 1930.

Ίδια ημέρα 81 χρόνια μετά γεννήθηκε η κόρη μου. Σήμερα το βράδυ, κοιτώντας τον πεντακάθαρο ουρανό της Μάνης, μου έδειξε το φεγγάρι όταν της το ζήτησα.
Ήταν μια γλυκιά στιγμή. Της είπα μερικές ιστορίες για το τι είναι, από τι αποτελείται, πως κάποτε πήγε εκεί ο άνθρωπος και πως φαίνεται η Γη από εκεί. Παρότι δεν καταλάβαινε τίποτα από ότι έλεγα, με κοίταξε με τα ζεστά της μάτια σαν να αισθανόταν ότι για κάτι μοναδικό μιλούσα.

Λίγες ώρες μετά έκατσα στο pc και στο σύγχρονο θαύμα της ενημέρωσης από το διαδίκτυο έμαθα ότι ο άνθρωπος που περπάτησε πρώτος στο φεγγάρι δεν θα περπατήσει ποτέ ξανά στη Γη.

20 Ιουλίου 1969.

Neil Armstorng, Edwin “Buzz” Aldrin , Michael Collins. Οι τρεις τους γύρω από το φεγγάρι.
30 φορές γύρω από το φεγγάρι μέχρι να πάρει τον δρόμο του ο “Αετός” για το ραντεβού του με την ιστορία.

Έφτασαν εκεί πάνω σε ένα τέρας που ξεκίνησε από την ομάδα ενός Γερμανού με θολό παρελθόν που την έκανε “λαχείο” στην Αμερική. Ο Saturn όρθιος στην εξέδρα του Κανάβεραλ είχε μήκος 110,6 μέτρα και διάμετρο 10 μέτρα στο πιο χαμηλό του σημείο.
Αλλά αυτά δεν έχουν σημασία. Ήταν απλά ένα όχημα. Και όπως όλα τα οχήματα – ακόμα και αυτά της φαντασίας…- ήταν ο μεταφορέας.

Στην Ελλάδα είχαμε χούντα, εγώ ήμουν αγέννητος και όσοι το είδαν στην τηλεόραση ήταν λίγοι γιατί υπήρχε μόνο ένα κανάλι και το “κουτί” ήταν ένα είδος απόλυτης πολυτέλειας. Στην μετάδοση ήταν ο Ιάσονας Μοσχοβίτης και ο Κώστας Καββαθάς (ναι, αυτός με τα… αυτοκίνητα, αδαείς). Αλλά δεν υπάρχει το αρχείο αυτό.

Σε αυτήν την εποχή που ζούμε υπάρχει δυνατότητα καταγραφής για τα πάντα, όμως δεν υπάρχουν κοσμοϊστορικά γεγονότα. Τότε είχαμε τι να εγγράψουμε αλλά δεν μπορούσαμε καν να το δούμε…
Τώρα που το θυμήθηκα, μια ενδιαφέρουσα αναφορά γίνεται στην πολύ γλυκιά ταινία “Uranya”. Δείτε την αν δεν την έχετε δει!!

Η εποχή του διαστήματος τώρα κλείνει τα τεφτέρια της. Ο ανταγωνισμός για το ποιος θα φτιάξει τον μεγαλύτερο πύραυλο, που θα κουβαλήσει τις περισσότερες πυρηνικές κεφαλές στο χωράφι του αντίπαλου δέους, είχε αυτό το αναπάντεχο για την ανθρωπότητα προϊόν. Το ταξίδι στο φεγγάρι!

Για δες που όλοι αυτό διαλέγουμε να θυμόμαστε…


Όταν κάποιος “φεύγει” , κάπου κάποιος γράφει “καλό ταξίδι”. Όμως ο Man on the Moon, Neil Armstrong, το έχει ήδη πάει.

Μάλλον τώρα είχε έρθει η ώρα του να το σταματήσει. Να φτάσει.

Καλή προσγείωση λοιπόν Neil

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

Πάρε 10.000 δραχμές και φέρε μου μια πέρδικα! Για τον Αλέξανδρο Γιώτη, που «έφυγε»


Θα πρέπει να ήταν περίπου 7 το απόγευμα. Το λέω γιατί ο ήλιος είχε πέσει τόσο χαμηλά ώστε μόλις να φωτίζει, αλλά ο μήνας ήταν Σεπτέμβριος. Του 1998. Είμαι μαζί με τον συνάδελφο και φίλο Γιώργο Μηλιώνη και απέναντί μας κάθεται κάποιος που μόλις τότε ανακάλυπτα.

Στην καρέκλα του διευθυντή του Εν Λευκώ, τότε στη συχνότητα 94,4, βρίσκεται ο Αλέξανδρος Γιώτης. Ολίγον κουρασμένος, ολίγον εξαντλημένος, ολίγον πιωμένος. Αυτό το τελευταίο ολίγον είναι δύσκολο για την κουβέντα που έχουμε πιάσει. Άρα έρχεται και η εντολή στον μικρότερο της παρέας, εμένα δηλαδή, να πάει να αγοράσει το κατάλληλο φάρμακο.

«Πάρε 10.000 δραχμές και φέρε μου μια πέρδικα!» Σκέφτομαι ακόμα και χαμογελώ, πως δεν ήξερα τότε ποία ήταν η … πέρδικα! Μου εξήγησε και πήγα.

Ο Αλέξανδρος Γιώτης έχει ένα από τα πιο αινιγματικά μούτρα που μπορεί να βρει κανείς. Το γεγονός ότι το φως έπεφτε περίεργα στο δωμάτιο έκανε ακόμα πιο πειστική αυτή την παρατήρηση. Οι γραμμές στο μέτωπό του δεν ξέρεις αν σημαίνουν απορία, θυμό, αμφισβήτηση ή , ακόμα χειρότερα, αδιαφορία. Μετά από 1,5 μήνα στον Εν Λευκώ έχω σταματήσει πλέον να τον ρωτάω τι εννοεί. Σκέφτομαι πως αν είναι να κάνω μαλακία, ή θα βαρεθεί να μου μιλήσει, άρα δεν θα είναι και πολύ χοντρή, ή θα με στείλει στον διάολο, άρα γιατί να καρφώνομαι από μόνος μου;

Φέρνω το Famous Grouse και το ξεκινάμε…

2 ώρες μετά, εγώ έχω αργήσει να πάω σπίτι, ο Γιώργος ετοιμάζεται να μπει για εκπομπή και ο Αλέξανδρος δεν δείχνει να έχει καμία διάθεση να φύγει. Άλλωστε το σπίτι του είναι 20 μέτρα παρακάτω. Είναι, σα να λέμε, στην αυλή του.

Όμως ο Εν Λευκώ του 1998, ήταν μια παρέα στην αυλή. Έτσι αισθανόμασταν όσοι κάναμε εκπομπή εκεί ( με την εξαίρεση… κάποιων από το περιοδικό Ήχος – όσο και αν φαίνεται περίεργο αυτό). Μια παρέα εμείς, μια παρέα και οι ακροατές μας.

Ο Κώστας Καββαθάς μας έχει βάλει στο ρετιρέ του κτηρίου των Τεχνικών Εκδόσεων. Απέναντί μας είναι το μεγάλο οικόπεδο της ΠΥΡΚΑΛ και η Γυμναστική Ακαδημία. Το στούντιο είναι στην πραγματικότητα ένα υπνοδωμάτιο που έχει κονσόλα, τραπέζι και 4 μικρόφωνα, και είναι τίγκα στα Ρικοφόν ( τα Ρικουφών που έλεγε και ένας φίλος) για ηχομόνωση.

Στην πραγματικότητα το στούντιο αυτό λίγο διαφέρει από τον χώρο που «έβγαινε» το πειρατικό Studio Fantasy που μαζί με άλλους φίλους (τότε –χαμένοι σήμερα) είχαμε στήσει το 1986 στους 100 μεγάκυκλους.

Ο Αλέξανδρος Γιώτης έβγαινε και αυτός ως πειρατής το 1986. Σε άλλο επίπεδο όμως. Εμείς για γκόμενες, αυτός για την Ελευθερία του Λόγου στο «Κανάλι 15».

30 Μαρτίου του 1986. Το «Κανάλι 15» είναι στον αέρα. Οι συντελεστές της «Ομάδας Πρωτοβουλίας για την Ελεύθερη Ραδιοφωνία» με πρωτεργάτη τον Ρούσσο Κούνδουρο δοκιμάζουν στην πράξη την υλοποίηση των διακηρύξεών τους. Είναι 7 το απόγευμα και στους αιθέρες ακούγεται η φωνή του καθηγητή της Νομικής Φαίδωνα Βεγλέρη. Μιλά για το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της Ελεύθερης Επικοινωνίας. Εκφωνητής είναι ο Αλέξανδρος Γιώτης, από το σπίτι του οποίου εκπέμπει ο σταθμός. Μια ώρα αργότερα χτυπάει το κουδούνι. Δεν είναι ο γαλατάς αλλά ο εισαγγελέας Π.Αθανασίου.

Για όσους δεν έμαθαν ή δεν ξέρουν, το να υπάρχει κάτι διαφορετικό από τα κρατικά ραδιόφωνα ήταν παράνομο περίπου το ίδιο και το 1973 και το 1986. Περισσότερα από 10 χρόνια Δημοκρατίας είχαν περάσει και τα ραδιοκύματα ήταν ακόμα αποκλειστική περιουσία του Κράτους!

Δεν θέλω να γράψω εδώ περισσότερα, δεν υπάρχει λόγος. Ξεκίνησα να γράφω κάτι για τον επαναστάτη που γνώρισα το 1998, όταν έκανα δοκιμαστικό για τον ραδιοφωνικό σταθμό «Εν Λευκώ». Πήγα με θράσος έκανα έναν, είμαι σίγουρος, άθλιο «πιλότο», αλλά ο Αλέξανδρος Γιώτης κάτι «είδε» και με πήρε στο τραίνο του.

Του αναγνωρίζω ότι από την αρχή απαίτησε να του μιλάω στον ενικό, του οφείλω ότι ασχολήθηκε με εμένα και τις αδυναμίες μου. Του χρωστάω τη μισή, τουλάχιστο, καριέρα μου στο ραδιόφωνο, του αποδίδω φόρο τιμής για όλα όσα τόλμησε.

Όταν έφυγε από τον Εν Λευκώ, ο Αλέξανδρος Γιώτης ασχολήθηκε ακόμα πιο ενεργά με την μαγειρική. Την μεγάλη αγάπη του. Πήγα μερικές φορές στο μαγαζί του στου Ψυρρή. Λίγο καιρό μετά με φώναξε ο στρατός – οι δρόμοι μας δεν ξανασυναντήθηκαν. Αυτός δεν έκανε ραδιόφωνο – στην Αθήνα τουλάχιστο. Εγώ πέρασα από διάφορα μαγαζιά και … ομίλους.

Ο Αλέξανδρος έγραψε βιβλία, έκανε τηλεόραση μαζί με την κατσαρόλα του, μανατζάρισε μαγαζιά. Η τελευταία δουλειά του ήταν ο Γαστρονόμος της Καθημερινής. Τα 3 χρόνια πριν το Τέλος τα πέρασε σε έναν αγαπημένο του τόπο στην Ήπειρο.

Ο χρόνος και οι επιλογές, μας χώρισαν. Έτσι γίνεται συνήθως με τους ανθρώπους που αγαπάς. Το κακό είναι ότι κάποτε σας χωρίζει οριστικά ο θάνατος.

Το προηγούμενο Σάββατο ο Αλέξανδρος ταξίδεψε. Στον Θεό; Δεν ξέρω. Νομίζω πως μου είχε  πει πως είναι άθεος.

 Έψαξα αυτές τις ημέρες να βρω ένα ολοκληρωμένο βιογραφικό του – δεν τα κατάφερα. Ούτε εγώ μπορώ να γράψω. Δεν ξέρω όλους τους σταθμούς του τραίνου της ζωής του.

Μου κάνει εντύπωση πως πουθενά δεν είδα να γράφεται και η θητεία του στα πρώτα βήματα του Εν Λευκώ. Και με ενόχλησε πως στο site του εν λόγω ραδιοφώνου δεν γράφτηκε τίποτα.

Αλλά ίσως είμαι υπερβολικός. Άλλωστε από το 1998 μέχρι σήμερα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.

Αυτό που με στεναχωρεί περισσότερο από όλα είναι ότι από τους λίγους ανθρώπους που γνώρισα και αγάπησα στον  Εν Λευκώ, σήμερα «λείπουν» ήδη ο Τάσος Φαληρέας, ο Κώστας Γεωργίου και τώρα ο Αλέξανδρος Γιώτης.

Με θυμώνει που δεν θα μπορέσω ποτέ ξανά να τους μιλήσω.

Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Αξιοπρέπεια


Αξιοπρέπεια είναι να έχεις την Ελευθερία σου μαζί με του διπλανού σου.
Όχι πάνω. Όχι δίπλα. Μαζί

Να βγαίνεις το πρωί και να μην φοβάσαι μη σου πέσει ο ουρανός στο κεφάλι. Η ο λογαριασμός της ΔΕΗ που σε περιμένει δίπλα από το τζάμι της εισόδου.

Αξιοπρέπεια είναι να έχεις δουλειά. Αξιοπρεπή.

Δεν είναι απαραίτητο να έχεις και αξιοπρεπή μισθό. Αυτό που χρειάζεται είναι να έχεις αξιοπρεπή έξοδα για να μπορείς να λες πως έχεις αξιοπρεπή μισθό.

Για να μπορείς να είσαι αξιοπρεπής.

Είναι αρκετό όμως αυτό;  Αν εγώ δουλεύω κάπου που με σέβονται και με εκτιμούν, φτάνει;
Και αν φτάνει, τότε τι θα γίνει για την πλειοψηφία που δεν έχουν τέτοια τύχη;

Είναι αξιοπρεπές να μη σε βρίζουν; Ή μήπως είναι το ελάχιστο που απαιτείς;
Και τότε, πόσο αξιοπρεπής είναι η θέση σου;

Εγώ μιλάω για έναν κόσμο που ο ένας δεν πατάει πάνω στον άλλο. Που δεν σκοτώνει τα όνειρα για να φτιάξει τηλεπαιχνίδια. Που δεν αφήνει την αγάπη για την αδιαφορία. Που δεν χτίζει στο χρήμα, που προτιμά το ηλιοβασίλεμα από τις ειδήσεις, που προτιμάει την ενημέρωση από την απάθεια.
Που απαιτεί την δράση και φοβάται τον όχλο.

Για έναν κόσμο που μιλάει και ρωτάει πριν κατηγορήσει. Σου αναγνωρίζει τουλάχιστο αυτό.

Την αξιοπρέπειά σου!

Ίσως η λέξη αυτή να είναι τελικά πού πιο μεγάλη και πλατειά από αυτά που μας έμαθαν στο σχολείο. Αυτό που γράφουν τα λεξικά. Αυτό που λένε οι πολιτικοί

Οι αναξιοπρεπείς.

Αξιοπρέπεια δεν είναι να μην βρίζεις τον διπλανό σου επειδή δεν θες να του χαλάσεις την ημέρα. Ή να φορτώσεις το κάρμα σου.
Είναι να μην φτάνει κανείς μας σε εκείνο το σημείο.

Γιατί το σημαντικό είναι η δική μου αξιοπρέπεια να σκεπάζει την δική σου, όσο η δική σου σκεπάζει την δική μου.

Να υπάρχει επικάλυψη.

Για να είναι η κοινωνία μα ασφαλής από εμάς και προς το όφελός μας.

Να εξαρτάται από εμένα και από εσένα. Ναι αισθάνεται για εμένα και για σένα.
Για να μπορώ να σε κοιτάζω και να αισθάνομαι ότι είμαστε και οι δύο το ίδιο .

Αξιοπρεπείς.

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Ο Νίκος Παπάζογλου


Περίμενα να περάσουν 2 μέρες από την αναχώρησή του και να ξεπλυθούν τα χθεσινά αφιερώματα των ασχέτων που πήραν την λέξη «Ινδιάνος’ και την έκαναν καραμέλα.
Όπως, εύστοχα, παρατήρησε η σύζυγός μου, για την δική μας γενιά ο θάνατος του Νίκου Παπάζογλου είναι η πρώτη μεγάλη απώλεια. Είναι τόσο πολύ συνδεδεμένος με τις στιγμές μας στην σχολή, στις βόλτες των 20…

Μιλάω για τα 20 συν κάτι μου, τότε που έκανα βόλτες, δεν πάταγα στη σχολή, πήγαινα για καφέ στην Γλυφάδα και ποτό στα Εξάρχεια, ανέβαινα για βόλτα στην Πεντέλη και περπατούσα για πλάκα βράδυ στο λόφο του Στρέφη. 

Μιλάω για τα μεζεδοπωλεία στην Ιπποκράτους και για τα μπάνια στον Σχοινιά.

Μιλάω για τα μπύρες στο μπαλκόνι του Λυκαβηττού και τις αγωνίες που παίζαμε στα φιλικά σπίτια.

Μιλάω για μια εποχή που έχει την άχνη της φοιτητικής ζωής και είναι ξεβαμμένη σαν φωτογραφία που την βάραγε ο ήλιος.

Μιλάω για μια βραδιά του Αυγούστου σε αυτό το, άσχημο κατά τα άλλα, σιδερένιο τέρας του θεάτρου στον Λυκαβηττό, που πήγα αμέσως μετά την εκπομπή μου, σκαστός από άλλες δουλειές και οικογένεια, γιατί είχε βρει η φίλη μου η Μαρίνα δυο εισιτήρια της τελευταίας στιγμής.

Μπήκαμε τρεχάτοι με ένα μπουκάλι ούζο 12 για παρέα και ο Νίκος ήταν εκεί πάνω στη σκηνή, με το τζιν πουκάμισο και το παντελόνι, με το κόκκινο μαντήλι του, σαν άλλος Mickey Rourke στις 9 1/2 βδομάδες που φόραγε πάντα τα ίδια.

Και στο τέλος ήρθε ο Αύγουστος, που για αυτόν είχες πάει και ένα φεγγάρι αρκετά μεγάλο για να το μπερδέψεις με πανσέληνο από την πίσω μεριά του θεάτρου. Και το μπουκάλι είχε αδειάσει γιατί 2 ζευγάρια χείλη είναι πολλά για να κρατήσει πάνω από μία ώρα, κι ας είναι ξεροσφύρι… 

Η φωνή του Νίκου Παπάζογλου ερχόταν πάνω και μπροστά από το κίνημα του έντεχνου, το οποίο χαίρομαι να έχω γνωρίσει και υπηρετήσει από τα ραδιόφωνα που ήμουν, στις καλύτερές του στιγμές. Δεν έμενε όμως μόνο εκεί.  Τραγούδησε και το τσιφτετέλι που ήθελε η κοπελιά, είπε και τις ροκιές του, έβαλε κομψότητα και στην κατάθλιψη.

Είναι αυτός που μπήκε μπροστά από την αρχή, αλλά δεν έμπλεξε με τα παιχνίδια των εταιριών και με τις χαζομάρες των περισσότερων θεματοφυλάκων του έντεχνου. Αυτών που χρόνια μετά το οδήγησαν στον μαρασμό.

Αν και στην διαδρομή του συχνά συμπορευόταν με τον Ρασούλη, ο Νίκος δεν το έριχνε ποτέ στην ρητορική πλάκα. Ήταν ευθύς και σταθερός. Δεν ήταν σκωπτικός περισσότερο από όσο χρειαζόταν και σαφώς δεν μπήκε στη διαδικασία να χειραφετήσει το σύστημα για να κερδίσει και αυτός κάτι.
Ο Νίκος Παπάζογλου έχει εκείνη τη φωνή που λέει ροκ και παραδοσιακά με την ίδια άνεση. Αλλά έχει κάτι περισσότερο. Έχει σχέση και επαφή με το τεχνικό μέρος της μουσικής βιομηχανίας. Το στούντιο Αγροτικόν έχει γίνει και κινητό και έχει πάει σε βουνά, ραχούλες και νησιά για να ηχογραφηθούν συγκροτήματα που αλλιώς δεν θα τα είχαμε ανακαλύψει.

Άκουσα χθες για τον δίσκο «η εκδίκηση της γυφτιάς» που έβγαλε και 2 αριστουργήματα. Αγαπητή συνάδελφε του ΑΝΤ1, όλος ο δίσκος ήταν αριστούργημα, αλλά που να το ξέρεις αυτό… Αν ήταν να πεις για την Πέγκυ Ζήνα βέβαια θα ήξερες περισσότερα – και αυτό δεν είναι μομφή για την Ζήνα, αλλά απλά δεν έχει κάνει τέτοιο δίσκο στην καριέρα της.

Ο Νίκος Παπάζογλου για εμάς, τους εκδρομείς όχι του ‘60 όπως λέει ο Νιόνιος, αλλά τους μετανάστες του δεύτερου ανθού της μεταπολίτευσης, ο Νίκος Παπάζογλου ήταν ο μεγαλύτερος ξάδερφος που δεν στο παίζει έξυπνος.

Μα έδωσε υλικό για να σκεφτόμαστε, χιτάκια για να τραγουδάμε στις γκόμενες, ρυθμό για να μας κάνουν οι κοπέλες να χαζεύουμε, αφορμή για να βάλουμε ένα τραγούδι στο πάρτυ που όλοι θα το αποδεχόντουσαν.

Μας έδωσε και καλή ευκαιρία να κάτσουμε να καπνίσουμε όλοι μαζί με θέα την πόλη.

Αν ήταν να γράψω το τέλος εποχής, μια και η χώρα κατά πως φαίνεται πάει για βρούβες, αυτό το τέλος Νίκου είναι το πρώτο σκαλοπάτι.

Καλό ταξίδι λένε, αλλά εγώ φοβάμαι να στο ευχηθώ.

Καλό κατευόδιο , γιατί μπορεί να ταξιδεύεις για καιρό…

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

It had to be … rain.

Έξω η πόλη βρέχεται. Και δεν μου φαίνεται να την πολυπειράζει. Ίσως γιατί η βροχή αυτή δεν έχει μανία, πέφτει με.. προσοχή και γλυκαίνει την ατμόσφαιρα.

Αυτό πρέπει να είναι το πιο δύσκολο κείμενο που έχω δοκιμάσει ποτέ να γράψω. Είμαι μπροστά στο υπέροχο ανατολικό παράθυρό μου (μεγάλο λόγω ημιυπαίθριου...) που έχει θολώσει από τις σταγόνες .

Και προσπαθώ να υλοποιήσω την εξής παράλογη ιδέα: να γράψω χωρίς φως…

Δυστυχώς από τυφλό σύστημα δεν ξέρω την … τύφλα μου! Και για να γίνουν ακόμα πιο δύσκολα τα πράγμα αποφάσισα να ρίξω στο μηδέν τόσο την φωτεινότητα όσο και την αντίθεση της οθόνης…

Μιλάμε για μαύρα σκοτάδια!

Επειδή όμως δεν γίνεται να χτυπάω ένα γράμμα κάθε 20 δευτερόλεπτα και να κάνω ένα λάθος κάθε 4 γράμματα, αποφάσισα να ανοίξω το φως.

Γιατί έτσι είναι η ζωή! Λες να κάνεις κάτι ρομαντικό και αυτός ο  motherfucker ο ρεαλισμός σε προσγειώνει απότομα και μάλιστα χωρίς flaps -για όσους ασχολούνται με τα αεροπλάνα – οι άλλοι δεν κατάλαβαν

Όμως  η ζωή δεν ήταν ποτέ δίκαιη. Γιατί να γίνει τώρα;

Η ιδέα βασικά ήταν να γράψω ένα γλυκό ρομαντικό κείμενο που θα το διάβαζαν οι γυναίκες και θα έλιωναν το μανό στα πληκτρολόγιά τους. Ένα κείμενο που με την σχεδόν αναγεννησιακή του ρώμη θα συνέπαιρνε καρδιές και συναισθήματα.

Ε, άνοιξα το φως και ησύχασα!

Παρόλα αυτά το τζάμι εξακολουθεί να δέχεται το χάδι της βροχής και η απόφασή μου να ρίξω άπλετο φως είχε το ακριβώς αντίθετο, ρομαντικό πάντα, αποτέλεσμα.

Τώρα βλέπω το πληκτρολόγιο, δεν βλέπω όμως την οθόνη καθώς είναι πολύ σκοτεινή…

Δεν μπορείς ρε γαμώτο να τα έχεις όλα; Αναρωτιέμαι, αυτοί οι ήρωες σε τόσα άρλεκιν πως κατάφερναν να γράφουν στους-στις αγαπημένους-νες και μάλιστα με καλλιγραφικά γράμματα χωρίς να βλέπουν καν!

Ή με τη συνοδεία ενός και μόνο κεριού.

Θα 'θελα να μπορούσα να γράψω χωρίς φως στο δωμάτιο. Ακόμα και χωρίς οθόνη. Να βρω έναν τρόποα απλά να γράφω τις σκέψεις μου. Να κούω το τικ τικ στο τζάμι και να απαγγέλλω από μέσα μου τις λέξεις και ένα μαγικό μηχάνημα να πιανει τις σκέψεις μου και να τις κάνει blog.

Αλλά μέχρι τότε το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να μπαίνω στο πετσί του ρόλου με τα φώτα σβηστά και μετά να προσπαθώ να αναπαράξω όλα όσα σκέφτηκα με το φως ανοιχτό.

Δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο. 

Έξω η πόλη βρέχεται. Δεν την πολυπειράζει! Η βροχή αυτή δεν έχει μανία, πέφτει με.. προσοχή και γλυκαίνει την ατμόσφαιρα.

Σίγουρα...

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

It had to be eat, pray, love - Μετά την τανία

Αναφέρομαι στην ταινία φυσικά με την Ιουλία Roberts. Δεν ξέρω αν την έχετε δει-εγώ μόλις την είδα.
Δεν είμαι ακόμα σίγουρος για το βαθύτερο νόημά της-αν και είμαι σίγουρος πως δεν θα το βρω μια και το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η ταινία το έγραψε γυναίκα και όλοι ξέρουμε πως οι γυναίκες είναι πολύπλοκα πλάσματα χωρίς άκρες στα σχοινιά των σκέψεών τους…

Κάτι που δεν μπορείς να πεις για τους άντρες προφανώς. Τα δικά μας σχοινιά είναι πάντα δεμένα σε κάτι!

Ωστόσο αισθάνομαι σαν να με έχει τυλίξει ένα μικρό, κομψό, μωβ-μπλε συννεφάκι και να επιπλέω μέσα σε αυτό πάνω από την πόλη. Χαζή η εικόνα-σχεδόν παιδική, αλλά εγώ έτσι αισθάνομαι.
Πιθανώς αυτό να ήταν το bonus του 3ωρου ταξιδιού (τόσο μου φάνηκε, θα δω αύριο το blue-ray πόση διάρκεια είχε…)
Αν το καλοσκεφτείς ωστόσο αυτές οι 3 λέξεις αντιπροσωπεύουν όχι μόνο εμένα και εσένα, αλλά και τους δεσμούς μεταξύ μας. Ακόμα και αν πιστεύεις ότι ένα από τα τρία δεν το έχεις, η ίδια η ζωή θα σε διαψεύσει.

Φαγητό. Νόστιμο. Απολαυστικό. Όμορφο. Ζουμερό. Απαραίτητο.

Βάλε σε όποια σειρά θες τις λέξεις. Δεν έχει σημασία. Κάθε τι που γαργαλάει τον ουρανίσκο σου είναι σε άμεση επαφή με τα εγκεφαλικά σου κύτταρα. Είναι στα μακαρόνια που έφαγες σήμερα και στην σάλτσα που τα κάλυπτε, θα είναι και στις φακές που θα φας αύριο (φτάνει να βάλεις την σωστή ποσότητα ξύδι και να ρίξεις μια φέτα τυρί μέσα- ένα μικρό κομμάτι Παράδεισος με μηδέν κόστος.)
Η Ιουλία στην προσπάθεια να βρει την ισορροπία πάει Ιταλία για να δοκιμάσει την ζωή στο πιάτο της. Εμείς πάλι το έχουμε και εδώ αυτό…

Προσευχή. Απόλυτη. Υποτακτική. Παρακλητική. Περήφανη.

Η Ινδία ως προορισμός γιατί έτσι επιτάσσει και το σύγχρονο μάρκετινγκ. Η Δασκάλα δεν ήταν εκεί όμως η ηρωίδα μας βρίσκει αυτό που δεν μπορεί να αποφύγει να βρει. Την σύγκρουση με τα Θέλω της, τους φόβους και τα μυστικά που κρατάς από το ίδιο σου το σώμα.
Η πίστη και η προσευχή βέβαια είναι σκέψης με σκεύος το κορμί σου. Με αυτή την έννοια μπορείς να τα κάνει και στην βεράντα του σπιτιού σου και για αυτό ίσως με δείτε καμιά φορά να κάνω meditation στο μπαλκόνι μου.

Αγάπη. Αγάπη. Αγάπη. Αγάπη. Αγάπη

Δεν έχει νόημα να βάλω άλλες λέξεις εδώ. Δεν θα έχει σημασία, ούτε και στόχο.

Η Αγάπη είναι αυτό που λέει. Χρόνια προσπαθούμε να βρούμε μια λέξη για να εξηγήσουμε την σημαντικότερη λέξη μας.

Δεν γίνεται αυτό… !
Η μόνη άλλη λέξη που έχει τέτοια θέση στην ανθρώπινη διάσταση είναι ο Χρόνος.
Αυτός ωστόσο, μπορεί να χαθεί χωρίς να λείψει. Μπορεί να κερδηθεί χωρίς να περισσέψει.
Μπορεί να έρθει με την αγάπη, μπορεί και να αλητέψει.

Η Αγάπη με τις πολλές μορφές της. Παράλληλες και επάλληλες. Τέμνουσες και αποκλίνουσες. Πολλές φορές σε διαφορετικά επίπεδα.

Τρεις λέξεις που υπόσχονται να βάλουν σε σειρά όλες τις άλλες λέξεις στη ζωή σου, αν τύχει και χαθεί η ισορροπία σου.

Μάλλον αυτό μου είπε η ταινία τελικά.

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

It had to be… smoke. Το κάρβουνο και το ρόλος του στην… αναπαραγωγή!

Το παρόν ακούγεται καλύτερα με την μουσική υπόκρουση του «smoke gets in your eyes» με τις φωνές των Platters (http://www.youtube.com/watch?v=57tK6aQS_H0) , αν και από το 1933 έχει διασκευαστεί από 12 ντουζίνες καλλιτέχνες….

Θα το χρειαστούμε το τραγούδι γιατί ταιριάζει με τον καπνό  που έχει σκεπάσει σαν κουβέρτα την Αθήνα. Αυτό που όπου σταθείς και όπου βρεθείς μυρίζει σαν να είσαι ο Αϊ Βασίλης και να έχεις φρακάρει μέσα στην καπνοδόχο.

Καπνός, τζάκι, αιθάλη.

Καθαρός άνθρακας μαζί με αέρα που αντανακλά και τα φώτα της πόλης προσθέτοντας ένα ακόμα εφέ, στην υπέροχη Αθήνα μας!!

Εγώ εδώ και καιρό το λέω ότι αυτή η εποχή που περνάμε ανήκει στο Υπουργείο Οικονομίας, τις καφετιέρες με τεχνολογία κάψουλας και τα τζάκια! 

Εκεί που όσοι τα είχαμε δεν τα ανάβαμε ποτέ γιατί φοβόμασταν μην γίνει μαύρο το σαλόνι (κάτι που δεν απέχει και πολύ από την φρικτή πραγματικότητα- φρικτή για τις κουρτίνες, τα έπιπλα και την ψυχική υγεία…), εκεί λοιπόν που το πολύ πολύ να βάζαμε καμιά 15αρια κεριά μέσα και να κάναμε απλά το εφέ έμμεσου φωτισμού του σαλονιού, ήρθε η κρίση!

Και μαζί με αυτήν η τιμή του πετρελαίου ανέβηκε πιο ψηλά και από το διαστημικό λεωφορείο σε ύψη που και προπονημένος να είσαι, φοβάσαι! Σε πιάνει ένα τρέμουλο και δεν είναι από το κρύο να το ξέρεις!

Και ξαφνικά θυμηθήκαμε ότι αυτή η περίεργη διαμόρφωση του σαλονιού μας, που παρεμπίπτοντος έχει χρόνια να χρησιμοποιήσει ο Άγιος της Κόκα Κόλας, δεν έχει μόνη χρήση το να ακουμπάς τις ομπρέλες σου όταν έχει βρέξει.

Και ανάψαμε τζάκι! Όσοι ξέραμε. Όσοι δεν ξέραμε φέραμε την γιαγιά από το χωριό…

Πήγα τις προάλλες σε ένα μαγαζί που πουλάει ξύλα και υπολόγισα ότι από την προηγούμενη φορά οι Αθηναίοι μόνο από εκεί πρέπει να ψώνισαν 2,5 κυβικά μέτρα ξύλο.
Και η προηγούμενη φορά ήταν 2 βδομάδες πριν!

Όμως, όπως και να το πεις όταν το τζάκι είναι αναμμένο υπάρχει μια νότα ρομαντισμού στον αέρα!! Αν έχεις και λίγο κρασί, λίγο φαγητό και το αγόρι (ή κορίτσι) σου, κάλλιστα μπορεί να συμβεί ακόμα και το πραγματικό ζητούμενο.

«Και το αποτέλεσμα ήταν να έχουμε πολλάααα παιδιά!»
Έτσι κατέληγε ένα παλιό νούμερο της επιθεώρησης (που αναφερόταν βέβαια στο παιχνίδι «μ’ αγαπάς, μ’ αγαπάς που με βάζεις»).

Εγώ πάντως πραγματικά το σκέφτομαι να ρωτήσω τον Πεταλωτή που τον βλέπω και εύκαιρο στον Χατζηνικολάου αυτή την στιγμή που γράφω, αν με την τιμή πετρελαίου και βενζίνης που έχουν επιβάλλει, στοχεύουν στο να λυθεί το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας!

Υπάρχει αυτή η περίπτωση…

Όπως και να έχει το θέμα, ο χρυσός μας φέρνει πιο κοντά, το κρύο επίσης αλλά τόσο διοξείδιο του άνθρακα η Αθήνα μας είχε να δει από τον χρυσό αιώνα του Περικλή. Ανά κάτοικο εννοείται…

Βγαίνεις στο μπαλκόνι σου να πάρεις μια ανάσα και νομίζεις ότι σε έχουν ρίξει μαζί με κινέζο εργάτη που μοιάζει με τον Τσάκι Τσαν σε ορυχείο κάπου στην κεντρική Κίνα.
18 ώρες από το Πεκίνο με το μουλάρι….

Ήμουν στο σαλόνι μου τις προάλες και μου μύριζε τζάκι. Έχε γούστο λέω να θέλει πάλι καθάρισμα... Ανοίγω το παράθυρο να πάρω αέρα και μου ήρθε να πέσω κάτω απ΄τα μικροσωματίδια! Από εκείνο το βράδυ και η φωτογραφία.

Όμως τι είναι η μπόχα μπροστά στην φτηνή θέρμανση και το ρομαντικό βράδυ; Σταγόνα στον ωκεανό της καθημερινότητας. Ένα λεπτό στην θάλασσα του χρόνου. 

Και άλλωστε τουλάχιστο θα έχουμε την γλυκιά ανάμνηση. 

Και το Παρίσι φυσικά!! (δεν ταιριάζει όμως αυτό λέει η παράδοση της «Καζαμπλάνκα»)